Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

ΠΑΕΙ ΚΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Οι εφημερίδες και τα ΜΜΕ εν γένει των αστών, που απευθύνονται στους ίδιους για το καθημερινό μάθημα αποχαύνωσης, αυτοεπιβεβαίωσης, τρομοκράτησης, αυτοϊκανοποίησης, μας είπαν ότι φέτος η τουριστική κίνηση από το εξωτερικό χτύπησε ταβάνι, ενώ περισσότεροι Έλληνες πήγαν στα νησιά και στις παραλίες γενικώς, σε σχέση με πέρυσι.

Αν αυτό το συσχετίσουμε με αναβάθμιση από Μούντις, σύλληψη επικίνδυνου τρομοκράτη, ανακάλυψη της ποτίστρας του Βουκεφάλα, βρισκόμαστε προ του ευλόγου συμπεράσματος ότι η κρίση πέρασε και όπως λέει και η (ναυ)αρχίδα του σοβαρού αστικού τύπου "η χώρα άλλαξε και στάθηκε όρθια".

Φυσικά και στάθηκε όρθια για όλα αυτά τα καθάρματα που κονόμησαν ακόμα περισσότερα μέσα στο πανηγύρι της τελευταίας τριετίας, αλλά και για τα καθαρματάκια που ακόμη γλείφουμε τα (πλούσια εισέτι) αποφάγια που μας πετάνε οι ελίτ (του κώλου).

Η μηχανή είναι γνωστή, αλλά πάντα αποτελεσματική. Ο σύγχρονος προλετάριος δεν είναι μόνο ο αμειβόμενος με όσα (δεν) του φτάνουν να εξασφαλίσει τα βασικά βιοποριστικά μέσα. Είναι και ο κατά φαντασίαν (μικρο)αστός. Κάθε μέρα του τραβάνε για υπενθύμιση τ΄αυτί. "Ό,τι έχεις είναι φιλανθρωπία δική μας, γι΄ αυτό όσο κι αν σε βυθίζουμε, μη λες κουβέντα".

Μικροαστικό όνειρο ζούμε πάνω σε αεροπλάνα, βαπόρια, αιώρες και καταθέσεις. Ένα κούρεμα δρόμος είναι να πας για βρούβες, φίλε. Ως εκ τούτου, φάε 45ωρο και μισθούς πείνας για τα παιδιά σου και πίστευε ότι θα σώσεις το τελευταίο χιλιάρικο από τη σύνταξή σου ή τον "προνομιακό" μισθό σου ή τη θεσούλα σου στο μαγκανοπήγαδο απλά.

Ωραίο το όνειρο, δε λέω. Όλο και πιο πολύ όμως ονειρευόμαστε με συνείδηση του ονείρου. Η αμμουδιά δεν είναι πια η ίδια στο φεγγάρι. Είναι, βεβαίως, που μεγαλώνουμε κιόλας.Τα ΄χε πει και ο Καρυωτάκης.

Τί νέοι που φτάσαμε εδώ

Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ, στο έρμο νησί, στο χείλος
του κόσμου, δώθε απ' τ' όνειρο και κείθε από τη γη!
Όταν απομακρύνθηκεν ο τελευταίος μας φίλος,
ήρθαμε αγάλι σέρνοντας την αιωνία πληγή.

Με μάτι βλέπουμε αδειανό, με βήμα τσακισμένο
τον ίδιο δρόμο παίρνουμε καθένας μοναχός,
νοιώθουμε τ' άρρωστο κορμί, που εβάρυνε, σαν ξένο,
υπόκωφος από μακρυά η φωνή μας φτάνει αχός.

Η ζωή μας διαβαίνει, πέρα στον ορίζοντα σειρήνα,
με θάνατο, καθημερνό θάνατο και χολή
μόνο, για μας η ζωή θα φέρει, όσο αν γελά η αχτίνα
του 'ηλιου και οι αύρες πνέουνε. Κι είμαστε νέοι, πολύ

νέοι, και μας άφησαν εδώ, μια νύχτα, σ' ένα βράχο,
το πλοίο που τώρα χάνεται στου απείρου την καρδιά,
χάνεται και ρωτιόμαστε τί νά 'χουμε, τί νά 'χω,
που σβήνουμε όλοι, φεύγουμε έτσι νέοι, σχεδόν παιδιά!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου